Τα κείμενα αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία του συγγραφέα εκτός κι αν αναφέρεται άλλος ως συγγραφέας. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσιεύση τους δίχως τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα.

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2007

A short film...

Σκηνή Πρώτη

Ο Γιώργος, γύρω στα 30, ελαφρώς αξύριστος και εμφανώς ταλαιπωρημένος, περπατάει πάνω κάτω στο δωμάτιο και μονολογεί. Στα χέρια του μια μπουκάλα με ποτό.

Υπήρξα πάντοτε ξεκάθαρος μαζί σου, από την πρώτη στιγμή. Από τη στιγμή εκείνη που σε κοίταξα και σε ερωτεύτηκα. Από τη στιγμή εκείνη που κουβεντιάσαμε για πρώτη φορά και ένιωσα εκείνη την προαιώνια συγγένεια που γύρευα στη ζωή μου.

Δεν συμπίπτανε τα «θέλω» μας εκείνη τη στιγμή, έτσι μου είχες πει.

Εγώ όμως κόλλησα μαζί σου. Γιατί; Δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς το γιατί. Υπήρξαν περαστικές πολλές που ακόμα και τώρα τις θεωρώ ομορφότερες από εσένα. Αλλά αυτή η κενή ομορφιά δεν στάθηκε ικανή ποτέ να με συγκινήσει και να με κάνει να σε παρατήσω, να σε διώξω από τη ζωή μου.

Εσύ όμως ξέρεις γιατί γινήκαν έτσι οι ζωές μας;

Εντάξει, εγώ διακρίνομαι από τάσεις μαζοχισμού και εγκεφαλικής ανωμαλίας. Είχα αποφασίσει ότι μόνον μαζί σου αξίζει να διαβώ του παραδείσου τις θύρες. Χωρίς να σε κρατώ και να με κρατάς από το χέρι κι ο παράδεισος θα μου φαινόταν ανιαρός. Κι έτσι επέμενα και υπέμενα πολλά.

Κι όταν ερχόταν οι στιγμές εκείνες που προσπαθούσα, έστω και την πρόσκαιρη ευτυχία των πολλών να κυνηγήσω, αποφάσιζες ότι με αγαπούσες. Ότι ήθελες μαζί μου να είσαι, σα φίλη και σαν ερωμένη, όπως ακριβώς ήθελα. Κι εγώ έτοιμος από πάντοτε παρατούσα τα πάντα, δίχως καμία σκέψη, δίχως καμία λογική, μόνον και μόνο για να σε ακολουθώ, υπάκουος σαν μισθωμένο αντικείμενο.

Μα κάθε που δικό σου ολοκληρωτικά με έκανες ξανά, σύγχρονος Σίσυφος γινόμουνα. Υπήρξα βλέπεις το μόνο σίγουρο στη ζωή σου, στη γαμημένη από ψυχολογικά προβλήματα ζωούλα σου. Από προβλήματα που δε μας επέτρεπαν να ευτυχήσουμε μαζί, από προβλήματα που ποτέ δεν μπόρεσα να κατανοήσω, μήτε να επιλύσω.

Και διαλυμένος, προδομένος, σακάτης κάθε φορά τα κομμάτια μου προσπαθούσα να μαζέψω για να ριχτώ ξανά στον φαύλο ερωτικό μας κύκλο.

Κι εσύ εκεί. Να προσπαθείς κοντά σου να με κρατάς, σε μιαν αγάπη ατελή, σε μιαν αγάπη ανώμαλη. Να είμαι το απάνεμο λιμάνι σου, να σε προφυλάσσω από τις τρικυμίες της ζωής που ήθελες να δοκιμάζεις. Να είμαι η αγκαλιά η ζέστη, το χάδι της μάνας, ο φίλος με την νεκρωμένη καρδιά έως ότου αποφάσιζες ξανά πνοή μέσα μου να φυσήξεις.

Ακούγεται το κουδούνι της πόρτας. Ανοίγει το πλάνο στη μοναδική γωνιά του δωματίου που δεν έχει φανεί και βλέπουμε την Ελένη δεμένη σε μια καρέκλα.

Ο Γιώργος κλείνει την πόρτα του δωματίου και πηγαίνει να ανοίξει την εξώπορτα.

Εμφανίζεται η Μαρία και ο Νίκος.

-Τα χάλια σου έχεις.

-Δε θα μας πεις να περάσουμε;

-Περάστε.

Κάθονται στο σαλόνι και συζητάνε οι τρεις τους. Για το ότι ο Γιώργος έχει «εξαφανισθεί» από όταν χώρισε πάλι με την Ελένη, ότι δε βγαίνει πλέον μαζί τους μήτε καν απαντάει στα τηλεφωνήματά τους, ότι δεν είναι σωστό για τον ίδιο να απομονώνεται, ότι δεν πρέπει να παραμελεί τον εαυτό του και να ενδίδει στις αλκοολικές του τάσεις.

Ακούγεται ένας θόρυβος από την κρεβατοκάμαρα.

-Τι ήταν αυτό;

-Τίποτα.

-Ακούστηκε από την κρεβατοκάμαρα. Είναι κανείς εκεί;

-Η Ελένη

-...

- Τα ξαναβρήκατε ρε μπαγάσα; Γιατί δεν την φωνάζεις να έρθει; Ελένη;

-Δεν μπορεί να μιλήσει. ... Είναι δεμένη και φιμωμένη...

-Ορίστε; Είσαι τρελός;

-Ελάτε να τη χαιρετίσετε...

Η Μαρία φαίνεται «παγωμένη», ο Νίκος έξαλλος. Μπαίνουν στην κρεβατοκάμαρα. Η Ελένη έχει προσπαθήσει να μετακινηθεί και βρίσκεται δεμένη με την καρέκλα πεσμένη στο πάτωμα. Ο Νίκος κινείται προς το μέρος της με σκοπό να την απελευθερώσει.

Ο Γιώργος βγάζει πιστόλι από το παντελόνι του

-Θα μείνεις εκεί που είσαι!

-Έχεις τρελαθεί εντελώς φίλε;

-Δεν είμαστε φίλοι! Τα ξέρω όλα... Μάλλον ήρθε η ώρα να σταματήσει το θέατρο.

-Γιώργο τι λες ; Νίκο;

-Μαρία λυπάμαι που τα μαθαίνεις έτσι. Νικολάκη υπάρχει σκοινί στην άλλη καρέκλα. Σαν καλό παιδί που είσαι και υπάκουος φίλος μπορείς να δεθείς φρόνιμα φρόνιμα και ίσως να μη σε σκοτώσω

-Μα...

-Αυτό που σου λέω...

Ο Νίκος υπακούει (ή τουλάχιστον προσποιείται).

-Μαρία τι θα έλεγες να φροντίσεις να είναι καλά δεμένος ο φίλος μας; Και ας φροντίσουμε να μη διακόπτει όσα έχω να πω...

-Ευχαρίστως

Η Μαρία πηγαίνει προς το μέρος του έκπληκτου Νίκου, ο οποίος προσπαθεί με νοήματα να την κάνει να τον βοηθήσει. Η Μαρία σαν υπνωτισμένη δεν του δίνει σημασία και ακολουθεί τις εντολές του Γιώργου.

-Πολύ ωραία! Αυτή θα είναι μάλλον η πιο ειλικρινής στιγμή μας ως παρέα! Μαρία αν θέλεις μπορείς να φύγεις. Δεν ήσουνα ποτέ εδώ

-Θέλω να μάθω αυτό που υποψιάζομαι. Νομίζω πως με αφορά. Αποφασίζω αργότερα.

-Εντάξει, φεύγεις αργότερα...

-Λοιπόν... ξέρω. Ήταν κάτι που απλώς συνέβη...κάποιες φορές. Ήθελες να την παρηγορήσεις ή να προσπαθήσεις να την κάνεις να μη με χωρίσει. Κουβέντα στην κουβέντα αποφασίσατε να πηδηχτείτε. Τι πιο φυσιολογικό άλλωστε; Έτσι κι αλλιώς εμένα σκεφτόσασταν εκείνες τις στιγμές, έτσι δεν είναι; Για το καλό μου κάνατε ό,τι κάνατε. Θα έπρεπε να σας ευχαριστώ για την τόση αγάπη σας. Αλλά εγώ μια ζωή μαλάκας και αγύριστο κεφάλι. Αγνώμονας, ρεμάλι. Θέλησα να σας «καθαρίσω» και τους δύο μόλις το έμαθα. Βλέπεις γλυκιά μου, σβήνουμε τις φωτογραφίες από τον υπολογιστή, δεν αφήνουμε στοιχεία εκεί όταν έχουν πρόσβαση και άλλοι! Πάντως δεν ήξερα ότι είσαι τόσο καλλιτέχνης Νίκο. Συγχαρητήρια! Κρυφό ταλέντο τελικά εκτός από κρυφό φίδι, ε;

Η Μαρία έκλαιγε καθώς έκλεινε την πόρτα πίσω της. Δεν ήξερε για ποιο λόγο έκλαιγε. Για τον Νίκο; Για τον Γιώργο; Για την ίδια; Δεν ήξερε καν αν ήταν δάκρυα λύτρωσης , πόνου ή απλώς δάκρυα. Δεν ήξερε.

Ο σιγαστήρας «έπνιξε» τους πυροβολισμούς…